Ο Κωνσταντίνος Γιακουμίδης γράφει για την διαφορά της ΑΕΚ στο ντέρμπι με τον Ολυμπιακό σε σχέση με τα προηγούμενα ματς και τι χρειάζεται για να ξαναβρεί την συνοχή της και να δέσουν οι παίκτες σαν ομαδα.
Ηγεσία είναι όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη διαδικασία με την οποία ένα πρόσωπο μπορεί να επηρεάσει ένα σύνολο ανθρώπων προς την επίτευξη ενός κοινού στόχου. Eίναι μια πολύπλοκη διαδικασία με πολλαπλές διαστάσεις και μπορεί να λάβει χώρα μέσα στο πολιτικό περιβάλλον, στο στρατιωτικό περιβάλλον, αλλά και στο περιβάλλον μέσα στο οποίο δραστηριοποιούνται οι αθλητικοί οργανισμοί. Αναφέρεται είτε σε ένα πρόσωπο, είτε σε μια ομάδα ατόμων.
Η ηγεσία περιγράφεται είτε σε σχέση με τα έμφυτα στοιχεία της προσωπικότητας ενός ηγέτη (χαρισματική) ή τις ικανότητές του, είτε ως προς τον τρόπο συμπεριφοράς του.
Για να μπορέσει ένα άτομο να εξασκήσει αποτελεσματικά την ηγεσία, θα πρέπει να είναι ικανό να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις των διαφόρων περιστάσεων. Ο ηγέτης θα πρέπει να μπορεί να αξιολογήσει τι είναι απαραίτητο σε μια συγκεκριμένη περίσταση για την ομάδα του, για να πετύχουν έναν στόχο. Καθώς οι περιστάσεις αλλάζουν, ο ηγέτης θα πρέπει να μπορεί να αναπροσαρμόσει τη στάση του είτε προς την κατευθυντήρια, είτε προς υποστηρικτική κατεύθυνση για να ανταπεξέλθει στις μεταβαλλόμενες ανάγκες της ομάδας.
Τέλος, τα κυριότερα στοιχεία που συναντάμε σε ηγετικές φυσιογνωμίες είναι η ευφυΐα, η αυτοπεποίθηση, η αποφασιστικότητα, η ακεραιότητα και η κοινωνικότητα.
Αναφέρω αυτές τις εισαγωγικές έννοιες για να καταδείξω το μεγαλύτερο πρόβλημα που χρειάστηκε να αντιμετωπίσει η ΑΕΚ από το 2018 και έπειτα. Την έλλειψη μιας ηγετικής μορφής στα αποδυτήρια. Στην πρωταθληματική ομάδα υπήρχαν τρεις ποδοσφαιριστές που εναλλάσσονταν στο ρόλο του ηγέτη. Ο Λάζαρος Χριστοδουλόπουλος, ο Σέρχιο Αραούχο και ο Όγκνιεν Βράνιες, ο καθένας με διαφορετικά χαρακτηριστικά.
Ο Χριστοδουλόπουλος -με το πνεύμα του δεν τα παρατάω ποτέ- χάρισε απίστευτες στιγμές όπως το φάουλ αλα Ζουνίνιο Περναμπουκάνο στον Ολυμπιακό, ή το ανάποδο ψαλίδι στο τελευταίο λεπτό του ημιτελικού κυπέλλου με την Λάρισα, που έδωσε την πρόκριση στην «Ένωση». Γκολ που μου φέρνει στο μυαλό αυτό του Πελέ, στη μεγάλη απόδραση των 11.
Ο Σέρχιο Αραούχο με άλλο τελείως στυλ, ήταν η απάντηση στο ερώτημα πως θα βάλουμε γκολ. Άλλοτε με κλασσικές «σεντερφορίσιες» κινήσεις και άλλες φορές με εκτέλεση τόσο άμεση και αναπάντεχη που κανένας αμυντικός δεν μπορούσε να εμποδίσει. Σαν τον Λούκι Λουκ που πυροβολεί πιο γρήγορα και από τον ίσκιο του.
Ο Βράνιες από την άλλη ήταν η προσωπικότητα που δεν σου επέτρεπε να σκεφτείς αν υπάρχει η περίπτωση να χάσουμε. Μόλις το ερώτημα ερχόταν στο μυαλό, εκείνη τη στιγμή ο Βόσνιος θα έκανε ένα τάκλιν που θα ξεκαθάριζε στον αντίπαλο ποιος κάνει κουμάντο στο γήπεδο και προϊδέαζε τον επιθετικό για το ποιος θα κερδίζει τις μονομαχίες από εκεί και πέρα.
Με την αποσυναρμολόγηση του συνόλου που κατέκτησε το πρωτάθλημα μετά από 24 χρόνια και την απομάκρυνση των προαναφερθέντων μεταξύ άλλων, νέες προσωπικότητες βρήκαν χώρο να «ξεπεταχτούν». Προσωπικότητες όχι τόσο ισχυρές αλλά που κατάφεραν να επιβληθούν των άλλων χάρη στις αδιαμφισβήτητες τεχνικές ικανότητές τους. Έτσι ο Πέτρος Μάνταλος από αρχηγός που ήταν (λόγω ιθαγένειας και παλαιότητας) χρίστηκε ηγέτης και μαζί του ο άνθρωπος που άρχισε να βάζει τα γκολ (αφού δεν υπήρχε άλλος) Μάρκο Λιβάγια.
Το ταυτόχρονο ξεπέταγμά τους, σε συνάρτηση με την συνεργασία που επέβαλλε η τακτική μέσα στο γήπεδο, τους «έδεσε» περισσότερο και από τότε αποτελούσαν πότε ο ένας και πότε ο άλλος το βαρόμετρο των κιτρινόμαυρων. Ηγέτες όμως δεν υπήρξαν ποτέ μιας και στα ντέρμπι και οι δύο ήταν τις περισσότερες φορές σκιές των εαυτών τους και δεν ήταν ούτε κατά διάνοια καταλυτικοί, όπως ήταν στο παρελθόν άλλοι συμπαίκτες τους.
Παρόλα αυτά όμως, ο κιτρινόμαυρος οργανισμός παραδεχόμενος πως αυτοί οι δύο αποτελούσαν τους πιο προικισμένους τεχνικά παίκτες του, προτιμούσε να τους προστατεύει κάθε φορά που η απόδοσή τους πυροδοτούσε μη κολακευτικά σχόλια, προκειμένου να τους έχει στη καλύτερη δυνατή ψυχολογική κατάσταση.
Επειδή όμως, χωρίς κάποιον να σε «τραβήξει» στα δύσκολα δεν αποφεύγεις τις κακοτοπιές, η ΑΕΚ έφτασε από το σημείο που έκανε τους αντιπάλους της να σπαζοκεφαλιάζονται για το πώς να την σταματήσουν και να ανάβουν κανα κεράκι και να προσεύχονται, να προσεύχεται εκείνη να τελειώσει το «μαρτύριο» των ευρωπαϊκών διοργανώσεων και να μην γράψει πολλά γκολ το κοντέρ σε ντέρμπι με τον πρωταθλητή.
Καλά τα φρου φρου και τα αρώματα, σου προσφέρουν το κάτι παραπάνω αλλά όταν δεν έχεις τα βασικά τότε είναι άχρηστα. Γιατί πάνω από όλα χρειάζεσαι αυταπάρνηση, θέληση, επιμονή και πάθος! Τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τον Αντρέ Σιμόες. Ένας παίκτης που στα 17 του δεν πήρε μεταγραφή στην Ίντερ και που λόγω θέσης αλλά και χαρακτήρα έμαθε να βάζει πάνω από όλα το κοινό συμφέρον. Να οργώνει το γήπεδο προκειμένου να κόψει τον αντίπαλο και να δώσει την πρώτη πάσα της αντεπίθεσης. Ποτέ δεν επεδίωξε να πάρει την μπάλα και να περάσει 3-4 αντιπάλους έτσι ώστε να βρεθεί σε θέση για γκολ.
Οι συνθήκες όμως που έχουν διαμορφωθεί πλέον στην ομάδα τον ανάγκασαν να βγει μπροστά και να αναζητήσει και το γκολ γιατί το χρειαζόταν το σύνολο. Και άξιος συμπαραστάτης του από δίπλα ο πιο μπαρουτοκαπνισμένος από όλους, ο Ντμίτρο Τσιγκρίνσκι.
Ο Ουκρανός που όσα έχουν δει τα μάτια του δεν τα έχουν δει όλοι μαζί οι υπόλοιποι, σφίγγει τα δόντια και παρότι τραυματίας ζητάει αναλαμβάνοντας την ευθύνη να αγωνιστεί ώστε να καθοδηγήσει την κιτρινόμαυρη άμυνα. Και όλα αυτά γιατι δεν χρειάζεται να αποδείξει τίποτα και σε κανένα. Θα μπορούσε να «καθίσει στα αυγά» του και να μην μπλέξει, άλλωστε λογικά στο τέλος της περιόδου θα αποσυρθεί από την ενεργό δράση, αλλά απλά δεν είναι αυτός έτσι. Ο άνθρωπος που το 2003 είχε χρηματιστηριακή αξία 14 εκ. και έπαιζε στη Μπαρτσελόνα έφτασε να παίζει στα 34 του στην ΑΕΚ γιατί απλά θέλει να χαρεί το παιχνίδι. Και κανείς δεν χαίρεται όταν χάνει.
Αυτοί είναι πραγματικοί ηγέτες και όχι οι δήθεν βεντέτες που τους φταίνε όλα και παρατάνε κάθε προσπάθεια στη μέση αν δεν πάρουν το φάουλ που θεωρούν ότι τους έγινε ή που γελάνε ειρωνικά μόλις στραβώνει το παιχνίδι. Γιατι ο ηγέτης έχει το κεφάλι ψηλά και όχι σκυμμένο.
Κωνσταντίνος Γιακουμίδης
Aπό παιδί ασχολούμαι με τον αθλητισμό. Είχα την τύχη οι παιδικές μου παραστάσεις να περιλαμβάνουν την κατάκτηση του ευρωπαϊκού το ’87, την κυριαρχία του Μάικλ Τζόρνταν και την τριγωνομετρία στο χορτάρι που παρουσίαζε η ΑΕΚ την τριετία 1992-94.
Αν και η καρδιά μου ήταν στο ποδόσφαιρο το πρώτο μου δελτίο ήταν σε ομάδα μπάσκετ. Και επειδή γρήγορα κατάλαβα πως δεν είχα αρκετό ταλέντο να γίνω επαγγελματίας αθλητής, αποφάσισα να ασχοληθώ επαγγελματικά με τον αθλητισμό με άλλο τρόπο. Γράφοντας για αυτόν.
Έχοντας διαγράψει κάποια πράγματα από την “bucket list” μου το επόμενο είναι να ασχοληθώ ενεργά με την δημοσιογραφία. Και αυτή την στιγμή το πραγματοποιώ με το να αρθρογραφώ στο aek-fans.gr.