Η ΑΕΚ το βράδυ της Κυριακής πέτυχε μια πολύ σημαντική νίκη (μέχρι την επόμενη) με πολυεπίπεδο αντίκτυπο. Στις φετινές της επισκέψεις στο φαληρικό στάδιο είχε δείξει οτι η ομάδα απείχε πολύ από εκείνη που έμπαινε στον αγωνιστικό χώρο έχοντας κατα νου να μην χάσει. Πλέον ο αέρας που βγάζει είναι “το ξέρω πως σε έχω” αλλά δεν είχε καταφέρει να κερδίσει τον αντίπαλό της στην έδρα του. Ήταν όμως θέμα χρόνου και την Κυριακή ήρθε και η επιβεβαίωση (κυρίως για την ίδια και την ισχυροποίηση της αυτοπεποίθησής της).

Και το 2018 η ομάδα που είχε χτίσει ο Μανόλο Χιμένεθ είχε δείξει πως δεν φοβόταν τον Ολυμπιακό και είχε πάρει το διπλό στο Καραϊσκάκης αλλά με τη refuse to loose νοοτροπία και όχι με τόσο εμφατικό τρόπο. Η ορμή με την οποία εμφανίστηκε το σύνολο του Ματίας Αλμέιδα σκόρπισε την ταλαιπωρημένη ομάδα του Πειραιά και δεν την άφησε να πάρει ούτε ανάσα, αλλά ούτε και μέτρα στον αγωνιστικό χώρο. Οι ερυθρόλευκοι οδηγούμενοι από το ένστικτο της αυτοσυντήρησης περιορίστηκαν στο δικό τους μισό του γηπέδου προκειμένου να επιβιώσουν. Ακόμα και όταν ήρθε η ισοφάριση μετά από τα απανωτά λάθη των κιτρινόμαυρων, το μόνο που επιβεβαιώθηκε είναι πως ο Μπακαμπού διαθέτει ποιότητα και ξέρει πως να σκοράρει. Πέραν τούτου ουδέν.

Η “Ένωση” θύμησε μετά από καιρό εκείνη την ασταμάτητη δύναμη που παρουσιαζόταν στο χορτάρι από το παιχνίδι της λεωφόρου και έπειτα, που ισοπέδωνε τα πάντα στο πέρασμα της. Όλοι οι συνδυασμοί της έπιαναν και είχε πολλούς παίκτες σε καλή βραδιά. Ειδικά ο Γκατσίνοβιτς εκτόξευσε την απόδοσή του στα προ του τραυματισμού του επίπεδα, και ήταν ιδιαίτερα επιδραστικός το παιχνίδι των κιτρινόμαυρων, ενώ ο Σιμάνσκι επαναπροσδιορίζει τη θέση του αμυντικού χαφ. Το κάθε παιχνίδι που φέρνει πιο κοντά στο στόχο του νταμπλ τον δικέφαλο δείχνει να κάνει τους παίκτες να θέλουν να δώσουν τα πάντα και να κάνουν στην άκρη τους εγωισμούς τους.

Το πιο σημαντικό από όλα όμως είναι πως επιτέλους έπαψαν να πονάνε τα μάτια μας και η ψυχή μας από το θέαμα που προσφέρει η ΑΕΚ στον αγωνιστικό χώρο. Σε πολλές περιπτώσεις οι μεγαλύτεροι σε ηλικία αναπολούν την ομάδα της τριετίας 1992-’93-’94 που έμπαινε στο γήπεδο και απλά έπαιζε όπως ήθελε χωρίς να προσαρμόζεται στον εκάστοτε αντίπαλο, ενώ οι πιο νεαροί βλέπουν μια ομάδα που πληροί όλες τις προδιαγραφές του σύγχρονου ποδοσφαίρου (στο μέτρο του ελληνικού πρωταθλήματος) που μέχρι πρότινος έβλεπαν μόνο από ομάδες του εξωτερικού. Και με λίγη τύχη και σωστές κινήσεις η ομάδα θα δυναμώσει περισσότερο και θα συνεχίσει την ανοδική της πορεία και γιατί όχι την κυριαρχία της στις εγχώριες διοργανώσεις. Πλέον η “Ένωση” λογίζεται ως ένας σοβαρός – αξιόπιστος σύλλογος, πόλος έλξης ποιοτικών παικτών που θέλουν να βελτιωθούν και να κάνουν το βήμα παραπάνω στην καριέρα τους ή την επανεκκίνηση αυτής.

Ειδική μνεία αξίζει ο προπονητής, που έχει δουλέψει πάρα πολύ και έχει μετατρέψει ένα ατσούμπαλο σύνολο που έμεινε εκτός ευρωπαϊκών διοργανώσεων σε καλορυθμισμένη μηχανή. Έχει κάνει και αυτός τα λάθη του όπως όλοι όσοι παράγουν έργο, αλλά το οτι έχει εντάξει χαρακτήρες όπως ο διεθνής Τσούμπερ στο να είναι αναπληρωματικός και τον “δεν σας βλέπω” Άμραμπατ σε ρόλο game changer και να είναι σύμφωνοι με αυτό χωρίς να δημιουργούν πρόβλημα είναι κάτι που αξίζει συγχαρητήρια. Επίσης είναι ο μοναδικός προπονητής που έχει εξελίξει τους παίκτες και τους έχει αναβαθμίσει.

Για το τέλος άφησα τον Πέτρο Μάνταλο και την υπέροχη ραψωδία που συνέθεσε αδειάζοντας με κοφτή ντρίμπλα τον Μπα και σκάβοντας από πλάγια θέση τον Πασχαλάκη. Γκολ που (ιεροσυλία -ξέρω) θύμησε Μέσι και μαζί με αυτό του Χριστοδουλόπουλου στον ημιτελικό με την ΑΕΛ το 2018 και του Αραούχο φέτος στα playoff στη Τούμπα είναι τα τρία ωραιότερα των τελευταίων πέντε ετών. Είναι μεγάλη απόλαυση να βλέπεις έναν άνθρωπο που δεδομένα προσπαθούσε επί χρόνια να προσφέρει αλλά να μην μπορούσε να ανταπεξέλθει στο βάρος των προσδοκιών και των απαιτήσεων, να βγάζει τέτοια χαρά και απελευθέρωση στο παιχνίδι του.